Κυριακή 1 Απριλίου 2012

Στο «Βάμα Νυκτός» έκθεση τού ζωγράφου Γιώργου Κουρκούβελου
Συνοδεύουμε τήν συνέντευξη στό βίντεο μέ τό γραπτό της κείμενο, γιατί σέ ορισμένα σημεία δέν ακούγεται ευκρινώς.

Το «Βάμα Νυκτός» ένα από τα πιο χαρακτηριστικά καφέ-μπαρ στην κεντρική παραλία του Βόλου, που προσφέρει συχνά τον χώρο σε εκδηλώσεις λόγου και τέχνης φιλοξενεί αυτή την εποχή την του γνωστού μας ζωγράφου Γιώργου Κουρκούβελου. Ο τίτλος την έκθεσης «Προδοσία- Μνήμη θανάτου», μας οδηγεί πολύ κοντά σε όσα ζούμε σήμερα στον τόπο μας. Την προδοσία του ίδιου του εαυτού μας πρώτα, την προδοσία των άλλων, και τελικά της πατρίδας μας. Ας ακούσουμε όμως καλύτερα τις σκέψεις και τις απόψεις του καλλιτέχνη.
- Ερ.: Ολόκληρους κόσμους έχεις απεικονίσει εδώ μέσα Γιώργο. Για πες μας πως τους ανακάλυψες.

- Απ.: Μου είναι πολύ δύσκολο να μιλήσω για τον θάνατο, γιατί ουσιαστικά αυτή η έκθεση έχει να κάνη με την διολίσθηση,με την κατηφόρα. Αυτή την κατηφόρα κάποια στιγμή θα το λέγαμε ότι την πήρα χαμπάρι. Και μου αποκαλύφθηκε μέσα από τις εικόνες τις οποίες είδα, τα νοήματά τους. Η διολίσθηση έρχεται διότι έχουμε ένα ψεύτικο ανάστημα, αυτό είναι το μεγάλο μας πρόβλημα. Το ανάστημα αυτό έχει κατά κάποιο τρόπο δημιουργηθεί από το εγώ το οποίο είναι δεσμώτης του εαυτού. Με λίγα λόγια αυτό που είδα είναι σαν μια σαρκοφάγος, ένας τάφος δηλαδή στον οποίο μέσα βρήκα τον εαυτό μου, τον βρήκα σε μια κατάσταση όπως βρίσκεις ένα παραμελημένο παιδί,έτσι ακριβώς. Άπνευστο, παρατημένο, μέσα σε μια σκοτεινή και πολύ δύσκολη κατάσταση. Αυτό δεν έχει καμιά σχέση με την φαντασία. Η πραγματικότητα του εαυτού, εκεί που βρίσκεις τον εαυτό ουσιαστικά αντιτίθεται στην φαντασία.

Τώρα, η τυχόν ρωγμή αυτού του τάφου από μια δέσμη φωτός που έρχεται απέξω, μπορεί να μας οδηγήση στα νοήματα των εικόνων,δηλαδή τι δείχνουν αυτές οι εικόνες. Ο κόσμος των εικόνων, δηλαδή οι λόγοι τα νοήματα των εικόνων είναι εκτός, είναι από αλλού. Αυτή η όρεξη που δημιουργείται με το που έρχεται το φως, το αληθινό φως, κάνει ακόμα πιο τραγικό το εύρημα της ιστορίας της ζωής σου. Γιατί ουσιαστικά αυτό που βρίσκεις εκεί είναι το εύρημα της ιστορίας της ζωής σου. Αυτό που έχεις ζήσει μέχρι τώρα, και αυτό που έπαθες. Κι’ αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Τώρα βαθύτερα ακόμα, η ταφόπλακα θα λέγαμε, (πέρα από την προκάτ κατασκευή), η διακόσμηση, αυτό που καταφέρνει αυτό το φαντασιακό μόρφωμα που ονομάζουμε εγώ, είναι να σου παρουσιάζει τα πράγματα άνευ νοήματος, που σημαίνει ότι στα παρουσιάζει ως σκιές διακοσμητικές προς δόξα και αναγνώρισή σου. Αυτός ο έγκλειστος τόπος, ο άπνευστος, ουσιαστικά είναι ο θάνατός μας.

Αν η καρδιά μας το θέλει πολύ μας φανερώνεται και ο λόγος, δηλαδή για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό.Και αυτό που είδα εγώ το είδα ολοκληρωμένα στον Πανσέληνο, στην εικόνα του Ιούδα που προδίδει τον Κύριο. Ο Ιούδας μπορούμε να πούμε ότι είναι το εγώ, ο ίδιος ο δεσμώτης, αυτό το μόρφωμα το φαντασιακό το οποίο δεν μας αφήνει, δεν αφήνει τον παθητικό εαυτό να βρεί τον πατέρα του, να επιστρέψει στον πατέρα.Αυτός ο τάφος ο οποίος πρέπει να ανοίξη, ανοίγει και εκεί έχει αυτή την διπλή όραση του έναστρου ουρανού, αλλά και του θανάτου. Όχι ότι ο έναστρος ουρανός αυτός καθ’ εαυτός αποτελεί την αλήθεια αλλά ανοίγει την όρεξη, ανοίγει τον θαυμασμό και σου δείχνει τον Ένα, τον Δημιουργό, τον Ποιητή όλων. ‘Όταν ζεις μέσα σ’ αυτό τον θάνατο, τον πνευματικό θάνατο, ουσιαστικά δεν έχεις όραση, είσαι τυφλός. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να φονεύσης ή να κάνης οτιδήποτε προς του άλλους, προς την πατρίδα, προς τον εαυτό σου, να αυτοκτονήσης.

- Ερ.: Μας μίλησες για μια τεράστια, μια μνημειώδη προδοσία του εγώ σε βάρος του εαυτού μας. Μια προδοσία που την συμβολίζεις και την απεικονίζεις με την προδοσία του Ιούδα. Μήπως μπορείς να μας πης σε πιο βαθμό η τέχνη μπορεί ή θα μπορούσε να συντελέση στην λύτρωση του ανθρώπου.

- Απ.: Λοιπόν μού 'ρχεται μια εικόνα στο μυαλό η οποία είναι ένας τάφος με καθρέφτες γύρω-γύρω. Γνωρίζεις ότι άμα βάλουμε καθρέφτες σ’ ένα χώρο γύρω-γύρω οδηγούν στο άπειρο. Δηλαδή μέσα από την πολλαπλότητα κερδίζεις μια αιωνιότητα, εικονική πάντως… Αν λοιπόν σπάσουν οι καθρέφτες αμέσως έχουμε την Γκουέρνικα . Η Γκουέρνικα είναι σπασμένος καθρέφτης. Είναι εξαιρετικό το έργο αυτό του Πικάσσο που έγινε με αφορμή τον πόλεμο, την εξουσία. Όμως για κάποιο λόγο δεν διαφάνηκε ο λόγος για τον οποίο έγινε, δηλαδή δεν προχώρησε. Δηλαδή οι επόμενες γενιές καλλιτεχνών ενώ επηρεάστηκαν, ενώ έζησαν μέσα σ’ αυτόν τον τόπο τον θανατερό, ενώ τον είδαν,δεν αναζήτησαν τον λόγο του θανάτου, τον λόγο που οδηγείται σ’ αυτή την θανατερή κατάσταση ο άνθρωπος.
Για μένα, αυτό έτσι όπως το βλέπω, οδήγησε σε μια οριζόντια ανάπτυξη της τέχνης. Δηλαδή οι καλλιτέχνες που δεν βρήκαν αυτό το λόγο αρνήθηκαν τον κάθετο δρόμο του ανθρώπου. Το δρόμο της διεξόδου, της λύτρωσης, του αληθινού φωτός θα λέγαμε και της αληθινής ζωής. Εγκλωβισμένοι μέσα σ’ αυτή την πολλαπλότητα και την στάχτη,η κόλαση, το κολαστήριο αυτό έγινε η φυσική κατάσταση του ανθρώπου. Δηλαδή ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος εκ φύσεως, γιατί πλέον εδώ σ’ αυτή την πολλαπλότητα δεν μπορούμε να μιλάμε για την κοινή φύση, ο καθένας διαλέγει το κομμάτι του, και μετά άντε να συναρμολογηθούν.

Ο καθένας μέσα σ’αυτή την πολλαπλότητα την οποία αργότερα η ποπ αρτ την έντυσε με μια ψεύτικη ενότητα την οποία την ονομάζουμε κόμικ και η αφήγηση έγινε Μίκυ Μάους κι’ έτσι γίναμε από άνθρωποι ανθρωπάκια, γίναμε υποκοριστικά δηλαδή λόγω του φόβου.Υπήρχαν και άλλοι καλλιτέχνες οι οποίοι κράτησαν την κόλαση αλλά σαν μια φυσική, σαν μια ανάποδη εξέλιξη του ανθρώπου. Δηλαδή αντί να επιστρέψη, αυξάνει το κακό μέσα του και γίνεται το χειρότερο ζώο. Είναι ένα μυστήριο αυτό. Γιατί ο καλλιτέχνης, ο οποίος είναι άνθρωπος, αντί να τον προσλάβη ο Κύριος να προσληφθή δηλαδή και να επιστρέψη, στην κοινή φύση και στον Δημιουργό, στον Ποιητή, έπεσε και βυθίζεται σε μια κακώς εννοούμενη καταγωγή. Ο πίθηκος μπροστά σ’ αυτή την καταγωγή δεν είναι τίποτα.Είναι συμπαθέστατος πλέον.

Αυτό μπορούμε να το δούμε καθαρά όπως σε έργα και του Λούσιαν Φρόυντ, ο οποίος δείχνει με ρεαλιστικό τρόπο ένα αναπόδραστο τέλος, ένα δράμα του χριστιανού χωρίς να υπάρχει η λύση, η διέξοδος, αλλά και του Φράνσις Μπέηκον. Εκεί βλέπουμε ζωώδη πράγματα,και χειρότερα ακόμη.

- Ερ.: Αυτή η διέξοδος θα μπορούσε να βρεθή στην περίπτωση του καλλιτέχνη από κάπου έξω από αυτόν;
- Απ.: Λοιπόν, αυτό είναι πολύ ωραίο τώρα. Αυτό είναι ένα μυστήριο. Κάτι που αποκόμισα, και καλά που το λες, είναι ότι ο άνθρωπος που ζει τον θάνατο αυτόν πριν τον βιολογικό θάνατο,καταλαβαίνει, βλέπει, ζει, ότι είναι ανήμπορος. Δηλαδή δεν είναι ολόκληρος, σε καμμιά περίπτωση. Είναι ανήμπορος. Σ’ αυτή την ανημπόρια μέσα θα φωνάξη « Έ,Πατέρα βοήθα με». Δεν γίνεται αλλοιώς. Δεν γνωρίζουμε τι συμβαίνει στην καρδιά μας. Βαθύτερα μέσα μας μπορεί κάτι να ποθή να ελευθερωθή. Ένα υγιές κομμάτι το οποίο δεν αγγίζεται, έτσι υποθέτω τώρα, όπως το έζησα, και λειτουργεί να το πούμε έτσι σαν προσευχή χωρίς να το νοούμε, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε γιατί είμαστε βουτηγμένοι απ’ αυτή την σχέση με το εγώ που σχετιζόμαστε θανατερά, Φαίνεται όμως ότι ακουγόμαστε απ’ Αυτόν που πρέπει να μας ακούση και μας στέλνει ανθρώπους, μας στέλνει ότι χρειάζεται για να ξυπνήσουμε.
- Ερ.: Έτσι όπως ακούγεται η περιγραφή σου μέχρι τώρα, μου θύμισε πάρα πολλές φορές τον μύθο του σπηλαίου. Είναι σαν να περιγράφης πολλά στοιχεία ανάγλυφα από αυτόν. Κάτι που θάθελα επιπλέον να ρωτήσω. Στους πίνακές σου βλέπουμε πολύ ξεκάθαρα και έντονα το σκοτάδι σαν κάτι κυρίαρχο. Αλλά βλέπουμε πολύ ξεκάθαρα και έντονα και το φως.

- Απ.: Μην τα πάρουμε μαζί. Ποτέ σκοτάδι και φως δεν είναι μαζί. Ή σκοτάδι θα υπάρχη ή φως θα υπάρχη. Ουσιαστικά τα έργα τα νοεις όταν δεις αυτό που γεννούν. Δεν μπορείς να παρης ένα έργο κυριολεκτικά. Δηλαδή στο γράμμα της πινελιας. Αυτό είναι ο καρκίνος της σημερινής τέχνης. Να είσαι ζωγραφικός. Το τί είναι ζωγραφικός είναι μια άλλη κουβέντα. Δηλαδή αναπαριστας τον ζωγράφο. Αναπαριστας την ζωγραφική. Τεράστιο καρκίνωμα αυτό. Να αναπαριστας την ζωγραφική. Δηλαδή το γέννημα της εικόνας. Ή να το πούμε αλλοιώς. ΄Οτι αν ένας άνθρωπος δεν δη τι γεννά αυτή η εικόνα θα δη την σκιά. Άρα δεν υπάρχει φως έτσι κι’ αλλοιώς. Το, φως, ο λόγος, η ιδέα, το νόημα της εικόνας που είναι φως σχηματίζεται στον νου του ανθρώπου. Εκεί θα την δη την εικόνα. Και όχι στο τελάρο επάνω. Το οποίο είναι τεράστιο ψέμμα.
Άρα επιστρέφουμε στην σκιά που λέγαμε. Στο σπήλαιο με τις σκιές και τα λοιπά. Εμείς τώρα ως φυλακισμένοι με τις παρωπίδες και όλο αυτό σκηνικό το απίστευτο που πολύ ωραία έχει αναπαραστήσει εικονικά ο Πλάτων, βλέπουμε τις σκιές, προσθέτουμε δικά μας ψυχολογήματα δίχως να ζητούμε την προέλευση, δίχως να επιστρέφουμε, δίχως να το ζητούμε καν, δίχως να γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένας άλλος κόσμος ο οποίος αποτελεί την καθολικότητα και την τράπεζα της ανθρωπότητας. Κι’ από κει μετά θα ζητήσουμε να βρούμε την πηγή,να βρούμε τον τόπο του ήλιου, τον ίδιο τον ποιητή, μεθυσμένοι, ερωτευμένοι από το στερέωμα, απ’ τους λόγους του σύμπαντος. Δεν είναι πολύ ωραίο!

- Ερ.: Γι’ αυτό σήμερα βλέπουμε πολλούς πίνακες οι οποίοι απεικονίζονται μόνο στο τελάρο. Δεν επεκτείνονται πέρα από κει. Και προορίζονται μόνο για διακόσμηση…

- Απ.: Ουσιαστικά θα έλεγα ότι δεν υπάρχει ένας πίνακας με την στενή (ορθή) έννοια της διακοσμήσεως. Μακάρι να μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο, όπως το λέω τώρα το διακοσμητικό. Που θα μπορούσε να δώση χαρά αληθινή, που να κοσμεί. Αλλά αυτό που λέμε να κοσμή θα έρχεται από έναν έναστρο ουρανό. Παράδειγμά: Τα αστέρια κοσμούν τη νύχτα. Φανταστείτε μια νύχτα χωρίς αστέρια. Βλέπετε τι ωραία που είναι του Θεού η διακόσμηση; Η νύχτα χωρίς αστέρια είναι έρεβος. Δεν αντέχεται. Και τα ίδια τα αστέρια δεν δείχνουν; Δεν τα διαβάζουμε; Δεν είναι ανοιχτά σε νοήματα σε λόγους, δεν κάνουν σχήματα; Δεν φανταζόμαστε πώς πρέπει; Δηλαδή η φαντασία όχι ως φάντασμα αλλά ως όχημα που ίπταται πέραν του έναστρου ουρανού. Αυτή είναι η προίκα του ανθρώπου. Δηλαδή εμείς δεν έχουμε επαφή ούτε με την προίκα μας.

- Ερ.: Ας έρθουμε λίγο πάλι στο θέμα της προδοσίας. Μίλησες για την προδοσία του εαυτού μας από το εγώ. Πώς μπορεί η τέχνη να βοηθήση τον άνθρωπο να λυτρωθή.

- Απ.: Η τέχνη δεν μπορεί να κάνη τίποτε από μόνη της. Η τέχνη δείχνει. Είναι μπογιές η ζωγραφική. Δείχνει όμως. Μπορεί να δείξη. Δεν μπορεί ούτε να λυτρώση. Αλλά μπορεί να δείξη σ’ έναν άνθρωπο που ζητεί κατ’ αρχήν την πραγματικότητα. Παράδειγμα: ποιος ζητεί την πραγματικότητα σήμερα; Δεν βάζουμε ακόμη το θέμα της αλήθειας, λέμε πραγματικότητα. Δηλαδή τί δείχνει ένας πίνακας; Ποιος προχωράει, ποιος έχει την γενναιότητα να δη τι δείχνει ένας πίνακας. Γενναιότητα σημαίνει να είναι διπλός. Δηλαδή από την μια να βλέπη την ανημπόρια του. Ότι δεν μπορεί να κατανοήση. Και από την άλλη ότι κάτι έχει αυτό το έργο, κάτι δείχνει το οποίο δεν μπορώ να το δω.
Τώρα να πούμε και το άλλο. Δεν σημαίνει ότι όλη η τέχνη σήμερα δείχνει. Το δείχνει σημαίνει ότι η τέχνη επιτελείται πέραν του πίνακα. Σε μια μετοχή της ψυχής που δεν γνωρίζουμε κιόλας ότι έχουμε και που αρνούμαστε. Εκεί μπορεί να κάνη κάτι η τέχνη, όντως. Να γνωρισθή με ένα πρώτο αίσθημα με την ψυχή μας. Μην καταλήξουμε όμως σε μια φιλολογία τώρα. Το λέω παρακινδυνευμένα. Γιατί δεν είναι αίσθημα ακριβώς. Είναι μια επιβεβαίωση μιας πρώτης αισθήσεως που μπορεί να έχουμε ήδη. Και μπορεί μέσω της εικόνας να επιβεβαιωθή ξανά, να ενεργοποιηθή αυτή η αίσθηση.

- Γιώργο δεν μένει παρά να σε ευχαριστήσουμε γι’ αυτή τη συνέντευξη που πραγματικά μας ταξίδεψε στους κόσμους που αποκαλύπτει η τέχνη σου. Μια ζωγραφική που όπως μας απέδειξαν τα λόγια σου είναι αποτέλεσμα μιας έντονης και κοπιαστικής θα έλεγα αναζήτησης στα βάθη του εαυτού σου. Θα μπορούσα να το ονομάσω ένα πραγματικό«πείραμα σε βάθος».

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου