Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

ΟΙ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΓΙΟΥΓΚΙΑΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (2)



Αντανακλάσεις της ψυχής
Marie – Louise von Franz
Β. Τα πέντε στάδια στην απόσυρση των προβολών
Η διαδικασία της απόκτησης της δυνατότητας διάκρισης μιας προβολής περνάει από ορισμένα στάδια. ¹Σαν παράδειγμα ο Jungαναφέρει την περίπτωση ενός Νιγηριανού στρατιώτη που άκουσε μια φωνή να τον καλή από ένα δέντρο, οπότε προσπάθησε να ξεφύγη από το στρατόπεδο και να πάη στο δέντρο. Ανακρινόμενος, ο στρατιώτης είπε ότι όλοι όσοι έφεραν το όνομα αυτού του δέντρου άκουγαν τη φωνή του από καιρό σε καιρό. Για μας αυτή είναι μια περίπτωση της αρχαϊκής ταυτότητας που αναφέραμε, επειδή, για τον στρατιώτη, το δέντρο και η φωνή ήταν προφανώς ταυτόσημα. ¹ Ένας διαχωρισμός τής ιδέας του δέντρου από αυτήν της φωνής ή του δαίμονα του δέντρου (όπως θα έλεγε ο εθνολόγος σε αυτήν την περίπτωση) είναι στην πραγματικότητα ένα δευτερογενές φαινόμενο, που αντιστοιχεί στο επόμενο στάδιο συνειδητότητας, αφού μια  δ ι α φ ο ρ ο π ο ί η σ η  έχει ήδη συμβή. Ένα τρίτο στάδιο προκύπτει από την ανάγκη για μιαν  η θ ι κ ή  α ξ ι ο λ ό γ η σ η  του φαινομένου της φωνής, που θεωρείται σαν η εκδήλωση ενός κακού ή ενός καλού πνεύματος. Ένα τέταρτο στάδιο θα πήγαινε ακόμη ένα βήμα μπροστά στη διαδικασία της διευκρίνησης. Σε αυτό το στάδιο η ύπαρξη πνευμάτων απορρίπτεται εντελώς, και η εμπειρία διαγράφεται σαν μια ψευδαίσθηση. Στο επόμενο, το πέμπτο στάδιο, θα πρέπη κανείς να διαλογισθή για το πώς μια τέτοια συντριπτική, εξαιρετικά πραγματική και φοβερή εμπειρία μπορεί ξαφνικά να γίνη απλώς μια αυταπάτη. Ακόμη και αν κανείς πρέπη να παραδεχθή ότι τα δέντρα δεν μιλάνε με ανθρώπινη γλώσσα και ότι κανένα πνεύμα δεν κατοικεί στο ίδιο το δέντρο, ή ακόμη και ότι, εάν το κοιτάξουμε αντικειμενικά, κανένα απολύτως «πνεύμα» δεν ακούστηκε από τον στρατιώτη, αυτή η αντίληψη ενός πνεύματος θα πρέπη οπωσδήποτε να ήταν ένα φαινόμενο που ξεπηδούσε από το ασυνείδητό του, που  η  ψ υ χ ι κ ή  του ύπαρξη δεν πρέπει να απορριφθή, εκτός εάν κανείς  απορρίψη εντελώς την πραγματικότητα της ψυχής. Εάν δεν το κάνουμε αυτό, σήμερα θα περιγράφαμε το πνεύμα μέσα στο δέντρο σαν μια προβολή, που όμως δεν υπονοεί μιαν ψευδαίσθηση, αλλά μάλλον μιαν ψυχική πραγματικότητα ανώτατης τάξης. Η διάκριση, επίσης, όσον αφορά στο εάν το πνεύμα ήταν καλό ή κακό έρχεται και πάλι στο προσκήνιο και αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Στην περίπτωση του Νιγηριανού στρατιώτη, το εάν θα τον τιμωρούσαν εξαρτιόταν, στη δική μας γλώσσα, από το εάν είχε υποσυνείδητα θελήσει να λιποτακτίση ή εάν είχε δοκιμάσει μιαν «πνευματική κλήση» - το ίδιο πρόβλημα, επομένως, που τα δικαστήριά μας σήμερα, mutatis mutandis, έχουν να αντιμετωπίσουν στην περίπτωση της «άρνηση υπηρέτησης για λόγους συνείδησης». 
Εάν κάποιος αναγνωρίση την  ψ υ χ ι κ ή πραγματικότητα της φωνής που άκουσε ο στρατιώτης, πρέπει να ερευνήση πώς και σε ποιον βαθμό αυτό το ασυνείδητο περιεχόμενο τού ανήκει . Εάν αποδειχθή αδύνατον να εντοπισθή η ύπαρξη αυτού του περιεχομένου μέσα στο υποκειμενικό περιβάλλον του ατόμου που το βιώνει (για παράδειγμα, ότι ο στρατιώτης είχε ακούσει μέσα σε αυτήν τη φωνή μιαν επιθυμία να λιποτακτήση, που θα μπορούσε να αποδειχθή ότι ήταν  δ ι κ ή  τ ο υ  επιθυμία), τότε εξωτερικά «αρμόδια» αντικείμενα θα πρέπη να θωρηθούν σαν πιθανές αιτίες της φωνής, και ο κύκλος αρχίζει και πάλι. Εάν, από την άλλη μεριά, θα μπορούσε να αποδειχθή ότι το πνεύμα ήταν μέρος τής ψυχολογίας του ίδιου του στρατιώτη, τότε παρουσιάζεται η περίπτωση της  η θ ι κ ή ς  α φ ο μ ο ί ω σ η ς   αυτού του περιεχομένου, μέσω της οποίας η «καλή» ή η «κακή» πλευρά θα μπορούσαν να κατανοηθούν σαν ασυνείδητη τάση του ίδιου του υποκειμένου και θα μπορούσαν να αφομοιωθούν στην ζωή του. Στην παρούσα περίπτωση η ασυνείδητη προσπάθεια λιποταξίας θα μπορούσε ίσως τελικά να αποδειχθή ότι δεν ήταν καθόλου κάτι κακό. Εάν η αφομοίωση ενός τέτοιου περιεχομένου συμβή επιτυχημένα, τότε, όπως γνωρίζουμε σήμερα, η εμπειρία του πνεύματος που φωνάζει από το δέντρο δεν επαναλαμβάνεται· εάν το περιεχόμενο  δ ε ν αφομοιωθή, τότε το ίδιο ή παρόμοια φαινόμενα θα συμβούν με διαφορετική μορφή.
Αυτό που είναι γνωστό σαν αφομοίωση στη σύγχρονη ψυχολογία είναι, επομένως, μια σημαντική και πολύπλοκη διαδικασία, στην οποίαν ένα μέχρι τότε ασυνείδητο ψυχικό περιεχόμενο φέρεται επανειλημμένα μπροστά στο συνειδητό εγώ, και αναγνωρίζεται ότι ανήκει στην ίδιαν την προσωπικότητα. Κατά τη διαδικασία, το περιεχόμενο μεταβάλλει τη λειτουργία και  τις επιδράσεις του. Αυτό που σημαίνει αφομοίωση σ τ η ν   π ρ ά ξ η ζωγραφίζεται σε αυτήν την κινέζικη ιστορία φαντασμάτων:
«Ένας άνδρας που είχε κληθή να υπηρετήση τη θητεία του πηγαίνει να παρουσιασθή για να εκτελέση το καθήκον του. Μια νύχτα, μη βρίσκοντας  άλλο κατάλυμα, ξαπλώνει να κοιμηθή μέσα σε έναν μισοερειπωμένο  ναό. Μόλις σκοτεινιάζει, βλέπει μια χλωμή, μυστηριώδη γυναίκα με ένα σχοινί στο χέρι της, να φεύγη ξεγλιστρώντας. Την ακολουθεί χωρίς να γίνη αντιληπτός και τη βλέπει να εξαφανίζεται μέσα στο σπίτι ενός φτωχού χωρικού. Στο σπίτι αυτό μια νέα γυναίκα, βουτηγμένη στα δάκρυα, καθόταν δίπλα στο κρεββάτι ενός μικρού παιδιού.. Το φάντασμα κάθεται στο δοκάρι της στέγης πάνω από τη γυναίκα, κουνώντας το σχοινί με τέτοιον τρόπο, ώστε να φαίνεται σαν απαγχονισμός. Η νέα γυναίκα υπέκυψε τελικά στον πειρασμό, ανέβηκε σε  μιαν καρέκλα και ετοιμάστηκε να κρεμαστή. Τότε ο στρατιώτης πήδηξε από το παράθυρο μέσα στο σπίτι, άρπαξε το σχοινί και είπε στη γυναίκα την ακόλουθη συμβουλή: «Φρόντισε καλύτερα το παιδί σου. Έχουμε μόνο μιαν ζωή να χάσουμε!». Όταν επέστρεψε στον ναό, το φάντασμα εμφανίσθηκε και ζήτησε το σχοινί, αλλά ο στρατιώτης το τύλιξε γύρω από το χέρι του και μ’ αυτό προσπάθησε να φοβίση και να διώξη το φάντασμα. Ακολούθησε μια πάλη. Απρόσεχτα ο στρατιώτης χτύπησε τη μύτη του με τη γροθιά του, με αποτέλεσμα να τρέξη αίμα. «Επειδή τα φαντάσματα δεν αντέχουν τη θέα του ανθρωπίνου αίματος», το φάντασμα σταμάτησε να παλεύη και εξαφανίσθηκε. Έπειτα ο στρατιώτης συνέχισε τον δρόμο του, για να παρουσιασθή στην υπηρεσία του. Αργότερα μπορούσε να δη κανείς το σχοινί αποτυπωμένο στο γυμνό χέρι του στρατιώτη, «επειδή είχε μεγαλώσει επάνω στο δέρμα του χεριού και το τύλιγε με τη μορφή δαχτυλιδιού από κόκκινη σάρκα». ²
Σύμφωνα με μιαν αντίληψη που επικρατεί στην Κίνα, τα πνεύματα των γυναικών που έχουν κρεμαστεί από λύπη για τη δυστυχισμένη ζωή τους, δεν μπορούν να μπουν μέσα στο βασίλειο των νεκρών ώσπου να προκαλέσουν την αυτοκτονία και μιας άλλης γυναίκας· αυτός ήταν ο λόγος που το κακό θηλυκό πνεύμα είχε προσπαθήσει να σπρώξη τη νέα μητέρα στην αυτοκτονία. Είναι γνωστό ότι η αυτοκτονία μπορεί να γίνη μεταδοτική, όπως μαρτυρούν ιδιαίτερα περιπτώσεις μαζικής αυτοκτονίας σε σχολεία και φυλακές. Προκαλούνται από ένα είδος αλυσιδωτής αντίδρασης, για τη οποία κατάλληλο σύμβολο είναι το σχοινί που μεταφέρει το φάντασμα. Σε αυτήν την ιστορία φαίνεται κατ’ αρχήν σαν ο στρατιώτης να μπλέχτηκε στην υπόθεση με το φάντασμα και το πρόβλημά του απλώς τυχαία. Εάν, όμως,  λάβουμε υπ’ όψη ότι αυτός ο νέος άνδρας πήγαινε να εκτελέση τη στρατιωτική του θητεία, πράγμα που σήμαινε να εγκαταλήψη για χρόνια κάθε δυνατότητα να έχη γυναίκα και παιδιά, τότε από ψυχολογική άποψη δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι βρέθηκε μπροστά στην κλαμμένη νέα γυναίκα. Κάτι μέσα του επίσης είχε σχέση σίγουρα με το πρόβλημα του θανάτου. Είναι πολύ ενδιαφέρον το ότι η ίδια η πράξη του στρατιώτη   ν α   χ τ υ π ή σ η   α π ρ ό σ ε χ τ α   τ η    μ ύ τ η  τ ο υ,  κάνοντας έτσι να τρέξη αίμα, φόβισε και έδιωξε το φάντασμα. Το αίμα συμβολίζει παντού το συγκινησιακό μέρος της ανθρώπινης ψυχής. Η  δ ι κ ή  τ ο υ   α π ο τ ε λ ε σ μ α τ ι κ ή   σ υ μ μ ε τ ο χ ή  και το χτύπημα ενάντια στον εαυτό του που αυτή προκάλεσε νίκησαν το φάντασμα. Το μοιραίο σχοινί έγινε τότε ένα μέρος τού ίδιου του στρατιώτη· κυριολεκτικά αφομοιώθηκε μέσα του, όχι σαν ένα σημάδι ντροπής, αλλά μάλλον σαν ένα παράσημο τιμής. Αυτό που ήταν μια αντικειμενική αλυσίδα από καταστρεπτικές τάσεις έγινε μέρος της ίδιας της ύπαρξής του, και με αυτόν τον τρόπο έχασε την καταστροφική του δύναμη. Το κακό πνεύμα, πάντως, δεν εξουδετερώθηκε, αλλά μόνο εξαφανίσθηκε από το ανθρώπινο πεδίο όρασης.
Αυτό το τελευταίο γεγονός αντιστοιχεί ακριβώς σε μιαν εμπειρία που μας είναι οικεία: τα ασυνείδητα περιεχόμενα σπάνια μπορούν να αφομοιωθούν στο υποκείμενο στην ολότητά τους. Η διαδικασία φαίνεται περισσότερο να μοιάζη με το καθάρισμα ενός κρεμμυδιού – ένα ή περισσότερα στρώματα ενός ασυνείδητου συμπλέγματος μπορούν πράγματι να αφομοιωθούν από τη συνειδητή προσωπικότητα, αλλά όχι ο ίδιος ο πυρήνας. Όμως, ο πυρήνας πέφτει πάλι μέσα στο ασυνείδητο σε μια λανθάνουσα κατάσταση, και δεν είναι πια άμεσο πρόβλημα. Πάντως μια  τελική λύση δεν μπορεί να επιτευχθή, εάν σημαντικά αλλά ασυνείδητα περιεχόμενα παραμένουν ακόμη προσκολλημένα στον φορέα τής προβολής. ²¹ Σε αυτήν την περίπτωση  ο λ ό κ λ η ρ ο  το περιεχόμενο της προβαλλόμενης εικόνας θα παραμείνη ασυνείδητο. Αυτό συμβαίνει στην πραγματικότητα συνήθως με τα αρχετυπικά περιεχόμενα, επειδή τέτοια περιεχόμενα δεν μπορούν να αφομοιωθούν από την εγωική συνείδηση. ²² Επομένως εμφανίζεται ένα φαινόμενο που θα μπορούσε να περιγραφή σαν  ο ι   μ ε τ α κ ι ν ή σ ε ι ς   π ρ ο β ο λ ώ ν : το ασυνείδητο περιεχόμενο εν μέρει αναγνωρίζεται σαν υποκειμενικό, και επομένως διαφοροποιείται από το αντικείμενο στο οποίο μέχρι τότε εμφανιζόταν σαν προβολή· η μη αναγνωρισμένη όμως, ακόμη, πλευρά του, εμφανίζεται πάλι σαν προβολή σε ένα άλλο αντικείμενο, μετά από μιαν περίοδο λήθης μέσα στο ασυνείδητο. Ή μπορεί να εμφανίζεται με μιαν άλλη μορφή, η οποία τώρα γίνεται ο νέος φορέας της προβολής .²³ Εάν θέλουμε να εμποδίσουμε μιαν τέτοια ανανέωση της προβολής, το περιεχόμενο θα πρέπη να αναγνωρισθή σαν  υ λ ι κ ά   υ π α ρ κ τ ό,  αν και όχι σαν μέρος τού υποκειμένου, αλλά μάλλον σαν μια  α τ ό ν ο μ η   δ ύ ν α μ η.
Ο Jung συνέκρινε κάποτε το εγωικό σύμπλεγμα με έναν άνθρωπο που ξεκινάει ένα ταξίδι με τη βάρκα του (που είναι οι φιλοσοφικές ή θρησκευτικές ιδέες που βρίσκονται πίσω από τη συνειδητή του θεωρία για τον κόσμο) μέσα στη θάλασσα του ασυνειδήτου πηγαίνοντας για ψάρεμα. Θα πρέπη να προσέξη να μην τραβήξη περισσότερα ψάρια (δηλαδή, περισσότερα ασυνείδητα περιεχόμενα) από τη θάλασσα μέσα στη βάρκα, από αυτά που μπορεί να αντέξη, γιατί αλλοιώς θα βυθιστή. Αυτό εξηγεί γιατί άνθρωποι με ασθενικά εγώ αμύνονται πολλές φορές τόσο απελπισμένα μπροστά σε οποιαδήποτε διάκριση των αρνητικών προβολών τους – δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος, την ηθική πίεση, τα αποτελέσματα από μιαν τέτοια κατανόηση. Η προβολή θετικών ιδιοτήτων μπορεί, σίγουρα, να διαλυθή με λιγώτερη αντίσταση στις περισσότερες περιπτώσεις, αλλά εάν ένα πρόσωπο είναι αδύναμο, πετάει μακριά, παρασύρεται όπως ένα μπαλλόνι από τον άνεμο, πέρα από το στέρεο έδαφος της πραγματικότητας· παθαίνει διόγκωση, και έτσι πέφτει την ίδια στιγμή στην ασυνειδητότητα. ² Η απόσυρση και η αφομοίωση των προβολών είναι, επομένως, ένα λεπτό πρόβλημα, που, στη θεραπεία, απαιτεί μεγάλη ευαισθησία από την πλευρά τού θεραπευτή. Πρέπει συνεχώς να ρωτάη τον εαυτό του εάν το εγώ τού αναλυόμενου είναι αρκετά ισχυρό για να αντέξη την επίδραση της διάκρισης μιας προβολής. Όπως αναφέραμε πριν, προφανώς ένα ανθρώπινο ον δεν μπορεί σχεδόν ποτέ να αφομοιώση τον αρχετυπικό πυρήνα όλων των προσωπικών συμπλεγμάτων· αυτός είναι ο λόγος που υπάρχουν ιστορίες φαντασμάτων σε όλον τον κόσμο, στις οποίες το πνεύμα, αφού εκτελέση ορισμένες ενέργειες, εξαφανίζεται, ήσυχο, μέσα στο Υπερπέραν. Έτσι το πνεύμα συνεχίζει να υπάρχη, αλλά οι πιο έντονες προσπάθειες ταλαιπωρίας των ανθρώπων εκ μέρους του σταματούν. Εάν μπορούσαμε να διακρίνουμε όλες τις προβολές μας ως το τελευταίο τους ίχνος, η προσωπικότητά μας θα εκτεινόταν σε κοσμικές διαστάσεις. Αλλά αυτό είναι ένα θέμα με το οποίο θα ασχοληθούμε αργότερα.
Μια νορβηγική ιστορία με τίτλο «Ο σύντροφος» περιγράφει το ίδιο πρόβλημα με το κινέζικο παραμύθι:
«Ένας νέος αγρότης που είχε ονειρευθή μιαν όμορφη πριγκίπισσα, ξεκινάει, με τη λίγη περιουσία που έχει κληρονομήσει, για να ψάξη γι’ αυτό το όμορφο πλάσμα. Στον δρόμο, μπροστά στην πόρτα μιας εκκλησίας, συναντάει ένα πτώμα κατεψυγμένο μέσα σε ένα κομμάτι πάγου, που το φτύνει κάθε περαστικός. Μαθαίνει ότι το πτώμα είναι ενός ταβερνιάρη, που αραίωνε το κρασί του με νερό. Ο ιερέας τού έχει αρνηθή μια χριστιανική κηδεία. Ο νέος λυπάται τον αμαρτωλό, και δίνει όλα όσα έχει για την ταφή. Ενώ συνεχίζει τον δρόμο του, ένας άγνωστος τού κάνει παρέα σαν “σύντροφος του ταξιδιού” και προσφέρεται να κερδίση γι’ αυτόν την όμορφη πριγκίπισσα, που είναι μαγεμένη από ένα στοιχειό. Μετά από πολλές μάχες και πολλές δυσκολίες και κόπους, που όλα τα περνάει ο σύντροφος στη θέση του ήρωα, η πριγκίπισσα κερδίζεται. Έναν χρόνο αργότερα, ο σύντροφος αποκαλύπτει ότι αυτός είναι ο νεκρός ταβερνιάρης, και ότι αυτός ήταν ο δικός του τρόπος να ευχαριστήση τον ήρωα, “αλλά τώρα θα πρέπη να φύγη για πάντα, επειδή οι καμπάνες του ουρανού τον καλούν”».
Σε μια γερμανική παραλλαγή,² ο νεκρός δεν είναι αμαρτωλός, αλλά απλώς τόσο φτωχός, ώστε κανένας δεν δέχεται να τον θάψη. Σε αυτήν την ιστορία, ο ήρωας επίσης δίνει όλα τα χρήματά του για να ταφή ο νεκρός. Ο τελευταίος και εδώ, σαν σύντροφος ειδικευμένος στη μαγεία, βοηθάει τον ήρωα να βρη και να λυτρώση την πριγκίπισσα που επιθυμεί. Στο τέλος λέει: «Τώρα αφήνω εσένα και τον κόσμο. Πιστεύω ότι έχω πληρώσει το χρέος μου σε σένα. Ας είναι η γυναίκα σου καλή και ευτυχισμένη». Και μετά από αυτό, και εδώ εξαφανίζεται.
Σε αυτά τα παραδείγματα, το φάντασμα αυτού που έχει πεθάνει εξαφανίζεται στο Υπερπέραν, αφού έχει εκφράσει την ευγνωμοσύνη του στον ήρωα για την πονετική του πράξη. Αυτό που ήταν κακό εξιλεώνεται: όπως και στην κινέζικη ιστορία, καμμία επιπλέον πλευρά αυτής της μορφής δεν αφομοιώνεται.
Ο φτωχός αμαρτωλός, του οποίου το χρέος πληρώνει ο ήρωας, είναι, από ψυχολογικής πλευράς, εκείνο το κομμάτι της ανθρώπινης ψυχής που ο Jung το ονόμασε σκιά, δηλαδή η κατώτερη, πάρα πολύ ανθρώπινη πλευρά καθενός από εμάς, που είμαστε τόσο εξαιρετικά πρόθυμοι να την προβάλουμε και μετά να τη «φτύσουμε». Ο ήρωας τον λυπάται και παίρνει επάνω του το τίμημα της ενοχής του. Μέσω αυτής της πράξης κερδίζει έναν βοηθό με μαγικές ικανότητες για οποιαδήποτε ανάγκη. Είναι η  σ υ μ π α θ η τ ι κ ή  α ν τ α π ό κ ρ ι σ η  του ήρωα στην ανάγκη του άλλου που δημιουργεί τον δεσμό.
Ο Jung διέκρινε δύο είδη προβολών, την ενεργητική και την παθητική. Το παράδειγμά μας παρουσιάζει μιαν παθητική προβολή, δηλαδή μιαν εκδήλωση αισθήματος συμπάθειας, που έχει σαν αποτέλεσμα να φέρη το αντικείμενο (σε αυτήν την περίπτωση τον νεκρό) σε μια στενή σχέση με το υποκείμενο (τον ήρωα). «Προκειμένου να δημιουργήση αυτήν τη σχέση, το υποκείμενο αποδεσμεύει ένα περιεχόμενο – ένα συναίσθημα, για παράδειγμα – από τον εαυτό του, το εντοπίζει στο αντικείμενο, εμψυχώνοντάς το με αυτόν τον τρόπο, και έτσι τραβάει το αντικείμενο στη σφαίρα του υποκειμένου». ² Σαν αποτέλεσμα αυτού του εμπαθητικού συναισθήματος (Σ.τ.Μ.: εμπάθεια [empathy]: η ψυχολογική ιδιότητα να προβάλη κάποιος τον εαυτό του, και έτσι να κατανοή πλήρως, και να χάνη την ταυτότητά του, μέσα σε ένα αντικείμενο διαλογισμού· η ικανότητα να συμμετέχη κανείς στα συναισθήματα του άλλου), ο ήρωας κερδίζει τον προικισμένο με μαγικές ικανότητες σύντροφο σαν συνοδό στην  προσωπική του επιχείρηση. Στο τέλος όλη η συμπάθεια στηρίζεται σε αυτό το είδος της ασυνείδητης ταυτότητας με τον άλλον.² Αυτή διαμορφώνει τη βάση όλων των ασυνείδητων συλλογικών μας στοιχείων και επίσης όλων των συνειδητών κοινωνικών στάσεων, ακόμη και στις πιο εξευγενισμένες μορφές τους, που σε εμάς έχουν βρη την υψηλότερη έκφρασή τους στο ιδανικό της χριστιανικής αγάπης για τον πλησίον. Όταν η ασυνείδητη ταυτότητα λειτουργή αρνητικά, μας κάνει, απλοϊκά και απερίσκεπτα, να παίρνουμε σαν δεδομένο ότι ο άλλος είναι σαν εμάς, και πως ό,τι ισχύει για εμάς ισχύει επίσης και γι’ αυτόν, έτσι ώστε να αισθανόμαστε δικαιωμένοι «βελτιώνοντάς» τον, δηλαδή βιάζοντάς τον ψυχολογικά. Από εδώ προέρχεται η ενεργητική προβολή.
Η αρνητική πλευρά της ταυτότητας είναι ιδιαίτερα φανερή σε παθολογικές περιπτώσεις, όπως, για παράδειγμα, σε παρανοϊκές ψευδαισθήσεις, όπου θεωρείται σαν αυτονόητο ότι το υποκειμενικό περιεχόμενο κάποιου βρίσκεται στο άλλο πρόσωπο. Αυτή η υπόθεση είναι την ίδια στιγμή μια πράξη κρίσης, που ο βασικός της στόχος είναι ο αποχωρισμός τού υποκειμένου από το αντικείμενο .² Εάν σε αυτήν την κρίση αποδοθή απόλυτο κύρος, αυτό μπορεί να οδηγήση στην ολοκληρωτική απομόνωση του υποκειμένου, επειδή κάθε αμφισβήτηση του κύρους αυτής της κρίσης εκ μέρους των άλλων απορρίπτεται.³
Η παθητική προβολή – δηλαδή η ασυνείδητη εμπάθεια – είναι μέρος της ψυχολογικής αρχής του Έρωτα και διαμορφώνει τη βάση όλων των κοινωνικών σχέσεων· η ενεργητική προβολή, από την άλλη μεριά, ανήκει στον χώρο του Λόγου, επειδή έχει σχέση με μιαν πράξη αναγνώρισης ή κρίσης, μέσω της οποίας κάνουμε μια διάκριση ανάμεσα στον εαυτό μας και στο – άγνωστο καθεαυτό – αντικείμενο. Και οι δύο αρχές μπορούν στην πράξη να ρέουν μέσα και έξω η μια στην άλλη.
Οι προβολές των συνανθρώπων μας επάνω μας δεν είναι με κανέναν τρόπο αθώες υποθέσεις, που δεν ενοχλούν τίποτε άλλο εκτός από την προσαρμογή των ανθρώπων από τους οποίους προέρχονται· έχουν επίσης ουσιαστική επίδραση στο πρόσωπο επάνω στο οποίο πέφτει η προβολή. Οι προβολές των γονέων επάνω στα παιδιά του επιδρούν με τρόπο ιδιαίτερο, επειδή τα παιδιά και οι νέοι υποβάλλονται πολύ εύκολα, μια και η εγωική τους συνείδηση είναι ακόμη αδύναμη.
Επειδή αυτή είναι μια συνηθισμένη κατάσταση, παρουσιάζεται συχνά στους μύθους και τα παραμύθια. Στο παραμύθι του Grimm « Οι έξι κύκνοι» η μάγισσα-μητριά ρίχνει έναν μανδύα επάνω στους θετούς γιούς της, μεταμορφώνοντάς τους έτσι σε κύκνους. Αυτό μπορούμε να το πάρουμε κυριολεκτικά σαν προβολή: η μητέρα, που είναι αρνητικά διατεθειμένη απέναντι στα παιδιά της, βλέπει σε αυτά όχι τη δική τους ανθρώπινη φύση, αλλά μάλλον ρίχνει επάνω τους την προβολή ενός στοιχείου (εικόνα του πουλιού) που υπάρχει μέσα της, δηλαδή την ασυνείδητη, παραμελημένη πνευματική πλευρά της. Συναντάει κανείς αυτό το φαινόμενο πολύ συχνά στην καθημερινή ζωή, όταν μια μητέρα, από τεμπελιά ή άλλες αιτίες, παραμελεί την πνευματική της ανάπτυξη. Σαν αντιστάθμισμα, περιμένει την επίτευξη από τον γιο ή τους γιούς της και τους «μαγεύει» μεταμορφώνοντάς τους σε κάτι που είναι ξένο προς τη φύση τους. Τα παιδιά, για παράδειγμα, θα πρέπη ίσως να ακολουθήσουν μια φιλόδοξη ακαδημαϊκά καρριέρα για να ικανοποιήσουν την ασυνείδητη προσδοκία της μητέρας – στο παραμύθι που αναφέραμε γίνονται πουλιά, δηλαδή χωρίς ρίζες, απανθρωποποιημένα πνευματικά όντα.
Η απελευθέρωση των μαγεμένων πλασμάτων στο παραμύθι συμβαίνει όταν η αδελφή που αγαπάει τους γιους (ή μερικές φορές η κόρη) ράβει ένα πουκάμισο με λουλούδια σε σχήμα αστεριών και το ρίχνει επάνω τους, οπότε τα πουλιά ξαναπαίρνουν ανθρώπινη μορφή. Και αυτό, επίσης, είναι μια προβολή, αλλά αυτήν τη φορά μια προβολή που ταιριάζει στο αντικείμενο, και που πραγματικά τού δίνει τη δυνατότητα να φανή στην αληθινή του φύση. Πολλοί άνθρωποι, στην πραγματικότητα, βρίσκουν πάλι τον εαυτό τους μέσα από την αγαπητική αναγνώριση ενός άλλου προσώπου. Ο δάσκαλος ή ο θεραπευτής που δίνει πίστη, ας πούμε, στον μαθητή ή τον ασθενή του μέσω της προσδοκίας θετικών αποτελεσμάτων, μπορεί πολλές φορές να προκαλέση την άνθιση της πραγματικής προσωπικότητας και των χαρισμάτων του άλλου. Ίσως δεν έχει σημασία το ότι αυτό είναι μια προβολή· λειτουργεί σαν μια γέφυρα, μέσω της οποίας ο άλλος μπορεί να έρθη προς τον εαυτό του. Αυτός είναι ο λόγος που το φαινόμενο της αντιμεταβίβασης είναι τόσο σπουδαίο στην ψυχοθεραπεία, και όχι απλώς κάτι αρνητικό που πρέπει να πολεμηθή· μπορεί να μεταφέρη τον άλλον σαν ένα μαγικό χαλί και να τον οδηγήση στον στόχο του. Κ ά π ο τ ε, πάντως, αυτή η προβολή με φυσικό τρόπο σταματάει να υπάρχη, και τότε πρέπει να αποδειχθή εάν ο άλλος μπορεί να παραμείνη ο εαυτός του και χωρίς αυτήν τη βοήθεια. Αυτή η μεταβίβαση μπορεί να γίνη κατορθωτή με την απαραίτητη σοφία, μέσω προσεκτικής παρακολούθησης των ονείρων και των δύο πλευρών..
Όποτε οι γονείς δεν κατορθώνουν να ζήσουν την εσωτερική τους ολότητα και αποτυγχάνουν να συνειδητοποιήσουν ουσιαστικά στοιχεία του εαυτού τους, το βάρος αυτών των στοιχείων πέφτει επάνω στα παιδιά με τη μορφή της προβολής, και τα βάζει σε κίνδυνο. Αυτό αναγνωρίζεται ακόμη και στις λαϊκές παροιμίες, όπως «τα παιδιά του παππά και το βόδι του μυλωνά σπάνια βγαίνουνε καλά. (Σ.τ.Μ: Βλέπε την αντίστοιχη ελληνική παροιμία: «παππά παιδί, διαόλου εγγόνι»). Οι ιερείς συχνά αναγκάζονται από την κοινή γνώμη να ζουν καλύτερες ή πιο χριστιανικές ζωές από αυτές που θα ζούσαν σύμφωνα με την πραγματικότητα της φύσης τους. Στις περιπτώσεις που ταυτίζονται με τον κοινωνικό τους ρόλο, απωθώντας έτσι τη σκιά, η τελευταία πέφτει επάνω στα παιδιά σαν ο μανδύας μιας κακής μάγισσας. Τα παιδιά βρίσκονται έτσι να οδηγούνται από μια σκοτεινή παρώθηση να ζήσουν εξωτερικά ό,τι οι γονείς τους έχουν απωθήσει.
Το βόδι του μυλωνά, πάλι, αντιπροσωπεύει ένα κάπως διαφορετικό πρόβλημα. Στα μάτια των ανθρώπων του χωριού ο μυλωνάς είναι κατά παράδοση εκείνος που δεν δουλεύει, αλλά πλουτίζει μέσω μιας  τ ε χ ν ι κ ή ς  ε π ι ν ό η σ η ς: αφήνει το νερό να κάνη τη δουλειά γι’ αυτόν. Είναι ο πρώτος τεχνοκράτης. Το βόδι του – δηλαδή η ενστικτώδης ζωώδης σφαίρα μέσα του – φυσικά υποφέρει από αυτό το γεγονός.
Σε προηγούμενες γενιές, όπως αναγνώρισε πρώτος οFreud, η απώθηση των σεξουαλικών ορμών είχε ένα προφανές καταστροφικό αποτέλεσμα. Μέσω αυτής της απώθησης πολλοί πατέρες και μητέρες είτε ώθησαν τα παιδιά τους σε μια χωρίς φραγμούς εκδήλωση της σεξουαλικότητας, είτε – στην περίπτωση παιδιών που ασυνείδητα αμύνονταν ενάντια σε αυτήν την προβολή – έκαναν αδύνατη γι’ αυτά την προσέγγιση της σεξουαλικής περιοχής της ζωής, επειδή αυτή η εικόνα είχε καταστραφή ή διαστραφή από τις προβολές τών γονιών τους. Αυτή  η κατάσταση εικονίζεται σε πολλούς μύθους, στους οποίους ένας γονέας κλείνει τον γιο ή την κόρη του σε έναν πύργο ή σε ένα γυάλινο βουνό ή ένα γυάλινο φέρετρο, ή, με μια κατάρα, τον ή τη μεταμορφώνει σε ένα ζώο. Μέσα στις οικογένειες, οι προβολές παίζουν τον μεγαλύτερο και πιο καταστρεπτικό ρόλο. Αλλά παίζουν επίσης έναν ενεργό ρόλο σε όλες τις άλλες κοινωνικές ομάδες, και όχι τον μικρότερο στην πολιτική, όπου ορισμένες σκιώδεις προβολές επάνω στον αντίπαλο μπορούν να παρατηρηθούν και από τις δύο πλευρές σε όλες σχεδόν τις συγκινησιακά φορτισμένες συγκρούσεις.
Ο λόγος που είναι τόσο δύσκολο να διακρίνη κανείς την ίδια του τη σκιά είναι ότι τα στοιχεία της κατώτερης προσωπικότητας είναι συνήθως  σ υ γ κ ι ν η σ ι α κ ο ύ χαρακτήρα. Οι συγκινήσεις και τα συναισθήματα είναι σε μεγάλο ποσοστό σχετικά αυτόνομα· αποκτούν συνειδητότητα και μπορούν μόνο με μεγάλη δυσκολία να ελεγχθούν. Οι προβολές, συνδυασμένες με τα συναισθήματα, απομονώνουν το ανθρώπινο ον από το περιβάλλον του, και το φέρνουν σε μιαν αυτοερωτική ή αυτιστική κατάσταση.³¹ Εάν δεν είναι μόνο η σκιά κάποιου που βρίσκεται πίσω από τις προβολές, αλλά επίσης και τα αντιθέτου φύλου στοιχεία της προσωπικότητας, ή ίσως ακόμη βαθύτερα αρχετυπικά περιεχόμενα, τότε η διάκριση των προβολών με τις οποίες σχετίζονται αυτά συνοδεύεται από σχεδόν αξεπέραστες δυσκολίες. Οι πατρικές και μητρικές θεότητες όλων των θρησκειών, για παράδειγμα, βρίσκονται τώρα συχνά κρυμμένες πίσω από μιαν όχι ιδιαίτερα ασυνήθιστη προβολή μιας πατρικές ή μητρικής εικόνας, και αυτές δίνουν στις γονικές εικόνες μιαν εντελώς δυσανάλογη δύναμη επάνω στο άτομο. Ή, σε άλλες περιπτώσεις, είναι ζήτημα όχι συλλογικών θρησκευτικών εικόνων ή ιδεών αλλά μάλλον σύγχρονων παραλλαγών τους, όπως είναι ο υλισμός, ο κομμουνισμός, ο σοσιαλισμός, ο φασισμός, ο λιμπεραλισμός, ο διανοητικισμός και λοιπά – ιδέες από τις οποίες οι άνθρωποι «κατέχονται» ολοκληρωτικά, και για τις οποίες μπορούν να πολεμήσουν με βίαιες συγκινήσεις. ³² Η «ιερότητα» των πίστεων είναι με αυτήν την έννοια πάντα ύποπτη, εκτός αν συνυπάρχουν με την ανεκτικότητα και έναν αληθινό σεβασμό για τους καθαρά ανθρώπινους παράγοντες.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.     Για τα επόμενα, δες το έργο του Jung: «Το πνεύμαMercurius»: Άπαντα, τόμος 13, παράγραφοι 247 κ.ε.
2.     Με άλλα λόγια, η a priori μορφή ενός εξωτερικού αντικειμένου, ακόμη εμφανίζεται σαν ταυτόσημη με μιαν ασυνείδητα σχηματισμένη εικόνα.
3.     «Κινέζικα παραμύθια», αριθ. 66: «Τα πνεύματα εκείνων που έχουν κρεμαστή».
4.     Jung: «Αναφορικά με τα αρχέτυπα»: «Άπαντα, τόμος 9, μέρος 1, παράγραφοι 121 κ.ε., ιδιαίτερα η υπ’ αριθ. 17.
5.     Jung: «Άπαντα, τόμος 9, μέρος2, παράγραφος 44.
6.     Jung: «Το φιλοσοφικό δέντρο»: «Άπαντα, τόμος 134, παράγραφος 437. O Jung τονίζει ότι είναι ακόμη και επικίνδυνο το να θέλη κανείς να κάνη να χωρέση ολόκληρο το αρχετυπικό περιεχόμενο στη συνείδηση· αντί γι’ αυτό, θα πρέπη να προσεχθή με «θρησκευτικόν» τρόπο, σαν κάτι αυτόνομο.
7.      Jung, Άπαντα, τόμος 9, μέρος 2, παράγραφος 47.
8.     «Παραμύθια του βορρά», μέρος ΙΙ, αριθ. 7.
9.     «Η μαγεμένη πριγκίπισσα»: Γερμανικά παραμύθια των Grimm, Ι, σ.σ. 237 κ.ε.
10. Jung: «Άπαντα, τόμος 6, παράγραφος 784.
11.  Ο Χ Ι  ταύτιση.
12. Για παράδειγμα, η κρίση ότι αυτό ή εκείνο το πρόσωπο «καταδιώκει» ή «κυνηγάει» κάποιον.
13. Jung: Άπαντα, τόμος 6, παράγραφος 741,784.
14. Για λεπτομέρειες, βλέπε: Jung: Άπαντα, τόμος 9, μέρος 2, παράγραφος 17 κ.ε.
15. Jung: «Αναφορικά με τα αρχέτυπα», Άπαντα, τόμος 9, μέρος 1, παράγραφος 120 κ.ε.
(συνεχίζεται)
έθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου